Το συγκεκριμένο ερώτημα μου το έθεσε χθες μια γλυκύτατη μητέρα την ώρα που μου μιλούσε-μεταξύ άλλων- για τον τρίχρονο γιο της και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει ορισμένες φορές, όταν χρειάζεται να του βάλει όρια.

Τα πράγματα είναι απλά. Τα παιδάκια αυτής της ηλικίας, από την μια πλευρά αρχίζουν να συνειδητοποιούν το εγώ τους, οπότε αρχίζουν να διεκδικούν τα θέλω τους, ενώ παράλληλα τεστάρουν τις προσωπικές τους δυνάμεις και τις αντοχές των γονιών τους. Από την άλλη πλευρά αγωνίζονται διαρκώς, προκειμένου να διατηρήσουν την αγάπη των γονιών τους ή και την πρωτοκαθεδρία ανάμεσα στ’ αδέλφια τους, άρα συνεχίζουν, συνειδητά ή ασυνείδητα, να προσπαθούν να ταυτιστούν με αυτό που θεωρούν ότι είναι το αντικείμενο της επιθυμίας των μεγάλων και να είναι «καλά» παιδιά.

Η αμφιθυμία είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπινου ψυχισμού και ουδόλως αποκλείεται η ταυτόχρονη ύπαρξη των αντίθετων συναισθημάτων. Μέσα από την ψυχοθεραπεία ο άνθρωπος μαθαίνει: Α) να την αναγνωρίζει όπου υπάρχει και να την διαχειρίζεται, Β) σταδιακά, σε μεταγενέστερο στάδιο, να αναγνωρίζει τον πραγματικό του εαυτό και να διακρίνει οτιδήποτε έχει ενδοβάλλει απέξω χωρίς να το έχει αφομοιώσει. Στην δεύτερη αυτή περίπτωση υπάρχουν πάλι δυο ενδεχόμενα: το ξένο σώμα είτε αφομοιώνεται, οπότε γίνεται εγωσυντονικό, είτε απορρίπτεται.

Επανερχόμενη ώρα στο αρχικό ερώτημα της μητέρας, τι μπορεί να κάνει στην περίπτωση αυτή ο γονιός;

Το φυσιολογικά εγωκεντρικό παιδάκι αυτής της ηλικίας καλείται να μάθει από τον γονιό του με ήρεμο-σταθερό τρόπο πώς θα γίνει κοινωνικό και πολιτισμένο χωρίς να χάσει τον έμφυτο δυναμισμό του. Ο γονιός του θα του μάθει επίσης να σέβεται τον εαυτό του, αλλά να σέβεται ταυτόχρονα και τους τρίτους. Η μάνα και ο πατέρας εκτός από γονείς, είναι αντίστοιχα γυναίκα και άντρας, άρα το παιδί δεν είναι το κέντρο του κόσμου τους, αλλά ένα αδιαμφισβήτητα σημαντικό μέρος του!!