ΣΤΟ ΝΤΙΒΑΝΙ
Η στήλη "ΣΤΟ ΝΤΙΒΑΝΙ" δημοσιευόταν επί 4,5 χρόνια στο περιοδικό 7 ΜΕΡΕΣ ΤV και αποτελούσε τμήμα της εβομαδιαίας παρουσίας μου εκεί.
Οι ιστορίες ψυχοθεραπείας που φιλοξενήθηκαν στην συγκεκριμένη στήλη δεν αποτελούσαν αυτούσια μεταφορά κλινικών περιστατικών τα οποία αντιμετώπισα στο γραφείο μου. Επρόκειτο για μια συρραφή επιμέρους στοιχείων από διαφορετικές πηγές έμπνευσης με ταυτόχρονη φροντίδα παράβλεψης ή τροποποίησης των στοιχείων τα οποία θα μπορούσαν να εκθέσουν οποιονδήποτε, όπως άλλωστε προτάσσει η ηθική και η επαγγελματική δεοντολογία.
Τα θετικά σχόλια τόσο των συναδέλφων μου, όσο και των αναγνωστών μου με οδήγησαν στο να τις συμπεριλάβω στην ιστοσελίδα μου.
Ο Λευτέρης, ετών 58, έμπορος, επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, μετά από προτροπή του πρωτότοκου γιου του. Είχε χηρέψει ξαφνικά πριν από τέσσερα χρόνια και έκτοτε δεν μπορούσε να βάλει την συναισθηματική ζωή του σε τάξη. Το κυριότερο: δεν μπορούσε ακόμα να αποδεχτεί το γεγονός ότι η Μαρία την οποία είχε ερωτευτεί πριν από δυο χρόνια, του είχε ζητήσει να χωρίσουν πριν από ενάμιση χρόνο περίπου.
Η 35χρονη Ευδοξία αποφάσισε να επισκεφθεί τον ψυχολόγο, επειδή είχε πια κουραστεί να αποφεύγει τους φόβους της. Ένιωθε να μεγαλώνει και αναρωτιόταν για πόσο ακόμα θα άντεχε. Φοβόταν να μπει σε ασανσέρ, με αποτέλεσμα να αναγκάζεται να ανεβαίνει σε οποιονδήποτε όροφο με τα πόδια. Της ήταν αδύνατο να μπει στο μετρό, μόνο με τη σκέψη πιθανής βλάβης και το ενδεχόμενο εγκλωβισμού της σε κάποια σήραγγα. Με τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο τα πήγαινε καλύτερα, αν και είχε πάντα μαζί της κάποιο lexotanil, για καλό και για κακό. Για αεροπλάνο, ούτε λόγος, ενώ στα ταξίδια με καράβι, προτιμούσε να ταλαιπωρείται στο κατάστρωμα, αντί να πάρει καμπίνα.
Η 37χρονη Μαρία, παντρεμένη και μητέρα ενός πεντάχρονου αγοριού, επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, επειδή αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα στο γάμο της και δεν ήθελε να χωρίσει προτού καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια. Το ζευγάρι ήταν μαζί από τα φοιτητικά τους χρόνια και η σχέση τους ήταν αρμονική. Οι μεταξύ τους διαφωνίες είχαν αρχίσει όταν, λόγω κάποιων προβλημάτων στη διάρκεια του τοκετού, το παιδί είχε αρχίσει να εμφανίζει κάποια απόκλιση από τα υπόλοιπα φυσιολογικά παιδιά της ηλικίας του. Η νοημοσύνη του ήταν στα κατώτατα όρια του φυσιολογικού.
Ο 29χρονος Μανώλης επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, επειδή εμφάνιζε πρόωρη εκσπερμάτιση. Ήταν ένας ψηλός, αδύνατος και μάλλον συνεσταλμένος νέος άντρας. Το πρόβλημά του ήταν χρόνιο, όμως είχε αποφασίσει να το αντιμετωπίσει την συγκεκριμένη στιγμή, επειδή η κοπέλα με την οποία συνδεόταν ήταν γι’ αυτόν πολύ σημαντική και δεν ήθελε να την χάσει.
Όταν η Θάλεια μου τηλεφώνησε ζητώντας ραντεβού για τον 13χρονο γιο της, ήταν ιδιαίτερα ανήσυχη. Πίστευε ότι το παιδί της ήταν εξαρτημένο από τον υπολογιστή του, αφού, όποτε τύχαινε να χαλάσει, άρα να μην μπορεί να τον χρησιμοποιήσει, έβγαινε εκτός εαυτού. Δοθέντος ότι το παιδί δεν επιθυμούσε να επισκεφθεί ψυχολόγο, της πρότεινα, αν ήθελε, τουλάχιστον αρχικά, να κλείσει εκείνη κάποιο ραντεβού μαζί μου. Δέχτηκε.
Η τριανταεξάχρονη Μαργαρίτα επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, επειδή τα τελευταία δυο χρόνια ταλαιπωρούνταν από κρίσεις πανικού. Η συγκεκριμένη κατάσταση της δυσκόλευε αφάνταστα την καθημερινότητα. Αρκετές φορές είχε αναγκαστεί να σταματήσει με το αυτοκίνητο στην άκρη του δρόμου, αφού της ήταν αδύνατο να συνεχίσει, άλλες πάλι ο σύντροφός της αναγκαζόταν να έρθει να την βοηθήσει. Το παραμικρό σωματικό ενόχλημα την ανησυχούσε υπερβολικά και την έκανε να σκέφτεται ότι υπήρχε κίνδυνος να πεθάνει.
Η 52χρονη Μαρία επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, μετά από προτροπή του δερματολόγου της, επειδή παρά την μακροχρόνια θεραπεία, εξακολουθούσε να χάνει τα μαλλιά της, τα οποία είχαν πράγματι αραιώσει αρκετά. Εκ πρώτης όψεως, η ζωή της Μαρίας ήταν τακτοποιημένη. Παντρεμένη με δυο γιους, ουδέποτε είχε εργαστεί, αφού είχαν συμφωνήσει με τον άντρα της να μείνει στο σπίτι, προκειμένου να μεγαλώσει τα παιδιά τους.
Ο 38χρονος Στάθης, ανύπαντρος, ιστορικός τέχνης, αποφάσισε να επισκεφθεί τον ψυχολόγο, προκειμένου να πάψει να νιώθει απομονωμένος και με στόχο να υπερνικήσει τη συστολή του, κυρίως απέναντι στις γυναίκες, αλλά και γενικότερα στις κοινωνικές του συναναστροφές. Λεπτός και μικροκαμωμένος, έμοιαζε να χάνεται μέσα στην πολυθρόνα, ενώ τα γενικότερα εκφραστικά του μέσα ήσαν μάλλον φτωχά ή περιορισμένα. Έδινε την εντύπωση ατόμου ασυνήθιστα πράου και ευγενούς.
Ο 35χρονος Βασίλης, γόνος εύπορης οικογένειας, φαινομενικά άξιος διάδοχος του πατέρα του στις οικογενειακές επιχειρήσεις, επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, επειδή τον βασάνιζε ένα αφόρητο αίσθημα κενού. Όπως έλεγε, ο εαυτός του ήταν χωρισμένος στα δυο: στον Βασίλη-επαγγελματία, τον οποίο θεωρούσε επιτυχημένο και τον Βασίλη- άντρα, ο οποίος ένιωθε ότι δεν ταίριαζε με καμία γυναίκα και ότι καμία δεν μπορούσε να του τραβήξει το ενδιαφέρον για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η Αθηνά, 31 χρονών, διαζευγμένη και μητέρα ενός αγοριού 4,5 χρονών, επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, επειδή «η κατάστασή της δεν πήγαινε άλλο και ήθελε βοήθεια». Ανέκαθεν μελαγχολική, έβρισκε διέξοδο στο ποτό από τα εφηβικά της χρόνια, με κάποια διαστήματα αποχής. Αντικαταθλιπτικό πήρε για πρώτη φορά στα 18 της με συνταγή ψυχιάτρου.
Όταν η 32χρονη Όλγα, μητέρα μιας κόρης 1,5 έτους, σε διάσταση με τον σύζυγό της, επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, ήταν άνεργη και περνούσε αρκετές ώρες της ημέρας στο κρεβάτι. Παρότι η λειτουργικότητά της είχε επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό, η ίδια, όπως έλεγε, δεν ήθελε να «χαπακωθεί», για να βγει από την κατάθλιψη, στην οποία την είχαν βυθίσει διάφορα ατυχή συμβάντα, που αφορούσαν τόσο την προσωπική, όσο και την επαγγελματική της ζωή.
Τον 57χρονο Θανάση τον έφερε στον ψυχολόγο, σχεδόν με το ζόρι, η 30χρονη κόρη του. Το γονεϊκό ζευγάρι είχε χωρίσει εδώ και πολλά χρόνια και η μοναχοκόρη ζούσε με τη μητέρα της.
Η 65χρονη Τασία επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, επειδή δυσκολευόταν να αποδεχθεί την διάγνωση της ύπαρξης ψυχωτικής συνδρομής στον μοναχογιό της. Ο 37χρονος Ηλίας είχε νοσήσει πριν από δυο χρόνια, εντελώς ξαφνικά, μετά τα τέλος μιας σύντομης, αλλά πολύ έντονης ερωτικής σχέσης, η οποία είχε λήξει με πρωτοβουλία της συντρόφου του.
Η 42χρονη Μάνια αποφάσισε να επισκεφθεί τον ψυχολόγο, μετά από σύσταση του γαστρεντερολόγου της και αφού είχε υποστεί μια σοβαρή γαστρορραγία. Ήταν παντρεμένη μ’ έναν ιδιαίτερα επιτυχημένο μεγαλοεπιχειρηματία και είχε αποκτήσει μαζί του δυο γιους που ήσαν 22 και 20 χρονών.
Η 53χρονη Βάσω, παντρεμένη και μητέρα δυο μεγάλων παιδιών, επισκέφθηκε τον ψυχολόγο επειδή, όπως έλεγε, διαισθανόταν ότι, προκειμένου να ακολουθήσει τη διατροφή που της είχε συστήσει ο διαιτολόγος της, χρειαζόταν τη βοήθειά του. Τα τελευταία χρόνια είχε πάρει γύρω στα 15 κιλά, είχε αλλάξει τρεις διαιτολόγους, αλλά δεν είχε καταφέρει ποτέ να φθάσει το στόχο της. Ανεγνώριζε ότι η δυσκολία ήταν δική της και δεν οφειλόταν σε λάθος των συγκεκριμένων ειδικών.
Ο 24χρονος Σταμάτης επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, τρεις μήνες αφότου είχε διαγνωστεί ως φορέας του Aids. Ήταν ακόμα εμβρόντητος από τη διάγνωση και προσπαθούσε να ανακαλύψει ποιος από τους συντρόφους του τον είχε κολλήσει. Δεν ήταν θυμωμένος, αλλά καταβεβλημένος και αγχωμένος για το παρόν και κυρίως για το μέλλον. Φοβόταν ότι οι φίλοι του θα τον εγκατέλειπαν μόλις το μάθαιναν και ότι η ερωτική του ζωή είχε τελειώσει.
Η 44χρονη Ευγενία επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, αφού είχε κάνει επέμβαση για καρκίνο στον πνεύμονα και βρισκόταν στο στάδιο της ανάρρωσης και της αναμονής για χημειοθεραπεία. Ήταν παντρεμένη και μητέρα 2 παιδιών 15 και 12 ετών. Επρόκειτο για γυναίκα κομψή και περιποιημένη με μακριά και πλούσια μαύρα μαλλιά.
Η Αιμιλία, ετών 21, παντρεμένη και μητέρα ενός αγοριού δύο ετών, παραπέμφθηκε στον ψυχολόγο από τον παθολόγο της, ο οποίος αντιλαμβανόταν την επίδραση που ασκεί ο ψυχισμός του ατόμου στην εκδήλωση και διατήρηση διαφόρων σωματικών ασθενειών.
Η Παναγιώτα, 51 χρονών, συνταξιούχος, μητέρα δυο φοιτητριών, απευθύνθηκε στον ψυχολόγο, μετά από σύντομη περιπέτεια που είχε με την υγεία της, η οποία την είχε βάλει σε πολλές σκέψεις, παρότι οι γιατροί την είχαν διαβεβαιώσει ότι ο συγκεκριμένος καρκίνος ήταν απόλυτα ιάσιμος.
Ο ψυχολόγος γνωρίστηκε με την Ευτέρπη στο ψυχιατρικό νοσοκομείο, όπου εκείνη νοσηλευόταν οικειοθελώς για μείζονα κατάθλιψη με κλινοφιλία, έλλειψη οποιουδήποτε ενδιαφέροντος, αϋπνίες, αυτομομφές, έλλειψη ελπίδας . Είχε την φήμη δύσκολης ασθενούς και κανείς δεν ήθελε να την αναλάβει. Το γεγονός ότι εκείνος την ανέλαβε κατόπιν προτροπής του ψυχιάτρου, άρα δεν υπήρχε εκ μέρους της κάποιο σαφές αίτημα, δυσκόλευε ακόμα περισσότερο τα πράγματα.
Η Ρίτσα, ετών 36, ανύπαντρη μητέρα μιας κόρης 4 ετών, επισκέφθηκε τον ψυχολόγο, επειδή πίστευε «ότι δεν μπορούσε να αναθρέψει σωστά την κόρη της». Έκλαιγε συνέχεια, θεωρούσε ότι «τα είχε κάνει θάλασσα στην προσωπική της ζωή, ενώ λόγω της κατάθλιψής της, είχε χάσει πολλούς από τους φίλους της».
Ο ψυχολόγος γνωρίστηκε με τον Σήφη σ’ ένα πρόγραμμα κατάρτισης για ΑΜΕΑ. Ο Σήφης «ήθελε να βρει την φόρμα του ψυχολογικά, μετά την μεσολάβηση του θανάτου του». Λαμπρός σπουδαστής, είχε παραδώσει την πτυχιακή του εργασία και όφειλε κάποια μαθήματα, όταν, ως πεζός, παρασύρθηκε από διερχόμενο αυτοκίνητο.
Η Λιάνα, ετών 43, πωλήτρια, χωρισμένη με μια κόρη 16 ετών, κατάφερε να επισκεφθεί τον ψυχολόγο, αφού κέρδισε κάποιο χρηματικό ποσό σε λαχείο. «Πάντα ήθελε να κάνει δουλειά με τον εαυτό της, αλλά δεν ήξερε αν μπορούσαν ν’ αλλάξουν γι’ αυτήν τα πράγματα».
Η Ευτυχία, 30 χρονών, γνωρίστηκε με τον ψυχολόγο σε μια ομάδα παλιννοστούντων. Οι γονείς και οι παππούδες της είχαν γεννηθεί και μεγαλώσει στην Ρωσία. Μόνο τα χαρτιά της ήταν Ελληνικά και εκείνο που είχε μεταδοθεί από γενιά σε γενιά ήταν η αγάπη για την Ελλάδα.